Από τις αρχές του 20ού αι., ο Καναδάς άρχισε να αναπτύσσεται ταχύτατα. Νέοι μετανάστες από την Ουκρανία, την Γερμανία, την Ιταλία, την Ελλάδα
και από όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες συνέβαλαν στην ανάπτυξη των
καναδικών πεδιάδων, αλλά και στην ανάπτυξη των μεγάλων αστικών κέντρων
της χώρας.
Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Καναδοί πολέμησαν στο πλευρό της Αντάντ, αλλά υπό δική τους διοίκηση, και διακρίθηκαν για την ανδρεία τους στις μάχες της Υπρ (22 Απριλίου 1915) και του Βιμύ (19 Απριλίου 1917). Έτσι το 1919, ο Καναδάς έγινε ανεξάρτητο μέλος της Κοινωνίας των Εθνών. Το 1926 η Βρετανία αναγνώρισε το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του Καναδά και ακολούθησε η επίσημη συνταγματική πράξη του 1931, γνωστή και ως Statute of Westminster. Η αναγνώριση της καναδικής υπηκοότητας ως ανεξάρτητης της βρετανικής έγινε το 1947, αλλά το βρετανικό κοινοβούλιο διατήρησε για αρκετά χρόνια ακόμα το δικαίωμα να επικυρώνει αλλαγές στο καναδικό σύνταγμα. Το 1982, ο πρωθυπουργός του Καναδά, Πιέρ Έλλιοτ Τρυντώ έφερε το καναδικό σύνταγμα στον πλήρη έλεγχο του καναδικού κοινοβουλίου με την νομοθετική πράξη που ονομάστηκε Canada Act.
Τα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σημαδεύτηκαν από μία νέα ώθηση στην ανάπτυξη της καναδικής οικονομίας και κοινωνίας, αλλά και από την συνεχιζόμενη αστάθεια ως προς την θέση του Κεμπέκ στην καναδική συνομοσπονδία. Νέοι ευρωπαίοι μετανάστες κατά την περίοδο 1950–1980 και μετανάστες από την Ασία, την Αφρική, κ.ά. κατά τα πιο πρόσφατα χρόνια άλλαξαν σημαντικά την γαλλοβρετανική εικόνα του Καναδά. Το 1947 έκανε την εμφάνισή του το δημόσιο σύστημα υγείας του Καναδά, το οποίο αποτέλεσε πρότυπο για τα συστήματα υγείας πολλών δυτικών χωρών. Από την κρίση στο Σουέζ το 1956 και έκτοτε, ο Καναδάς έχει συμμετάσχει σε πάρα πολλές ειρηνευτικές αποστολές του ΟΗΕ.
Η εθνική ταυτότητα του Καναδά άρχισε να παίρνει νομική μορφή από την δεκαετία του 1950. Το 1957, το Καναδικό Κοινοβούλιο ψήφισε νόμο για την καναδική υπηκοότητα — μέχρι τότε οι πολίτες του Καναδά θεωρούνταν «βρετανοί υπήκοοι» («British subjets»/«Sujets britanniques»). Από το 1965, ο Καναδάς έχει για επίσημη σημαία ένα κόκκινο φύλλο από σφένδαμο με δύο κόκκινες λωρίδες εκατέρωθεν οι οποίες συμβολίζουν τον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό.
Από το 1969 ο Καναδάς είναι επισήμως δίγλωσση χώρα, πράγμα που σημαίνει ότι όλες οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες λειτουργούν στα αγγλικά και στα γαλλικά. Ωστόσο, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι γαλλόφωνοι κάτοικοι του Κεμπέκ, μετά από τρεις αιώνες ως πολίτες β΄ κατηγορίας υπό την κηδεμονία της Καθολικής Εκκλησίας, αποφάσισαν να ζητήσουν με πιο δυναμικό τρόπο τα δικαιώματά τους. Η λεγόμενη «Ήσυχη Επανάσταση» κατά την δεκαετία του 1960, άλλαξε κατά πολύ την οικονομική και κοινωνική κατάσταση στο Κεμπέκ. Τον ίδιο καιρό έκανε την εμφάνισή της η τρομοκρατική ομάδα «Μέτωπο για την Απελευθέρωση του Κεμπέκ» (Front pour la Libération du Québec ή FLQ). Τον Οκτώβριο του 1970, το FLQ δολοφόνησε τον επαρχιακό υπουργό Εργασίας, Πιέρ Λαπόρτ (Pierre Laporte), και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Πιέρ Έλλιοτ Τρυντώ επενέβη δυναμικά κηρύσσοντας στρατιωτικό νόμο. Το 1976, στις επαρχιακές εκλογές στο Κεμπέκ, πρώτο κόμμα βγήκε το εθνικιστικό Κεμπεκιώτικο Κόμμα (Parti québecois) και το 1980 διεξήχθη δημοψήφισμα για την απόσχιση της επαρχίας από τον Καναδά. Παρόμοιο δημοψήφισμα έγινε και το 1995, αλλά και στα δύο το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό για τους υποστηρικτές της ανεξαρτητοποίησης του Κεμπέκ. Στις πρόωρες γενικές εκλογές που διεξήχθησαν στις 14 Οκτωβρίου του 2008 το Συντηρητικό Κόμμα του Στήβεν Χάρπερ κέρδισε νίκη με 37% των ψήφων και 144 έδρες, επί συνόλου 308
Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Καναδοί πολέμησαν στο πλευρό της Αντάντ, αλλά υπό δική τους διοίκηση, και διακρίθηκαν για την ανδρεία τους στις μάχες της Υπρ (22 Απριλίου 1915) και του Βιμύ (19 Απριλίου 1917). Έτσι το 1919, ο Καναδάς έγινε ανεξάρτητο μέλος της Κοινωνίας των Εθνών. Το 1926 η Βρετανία αναγνώρισε το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του Καναδά και ακολούθησε η επίσημη συνταγματική πράξη του 1931, γνωστή και ως Statute of Westminster. Η αναγνώριση της καναδικής υπηκοότητας ως ανεξάρτητης της βρετανικής έγινε το 1947, αλλά το βρετανικό κοινοβούλιο διατήρησε για αρκετά χρόνια ακόμα το δικαίωμα να επικυρώνει αλλαγές στο καναδικό σύνταγμα. Το 1982, ο πρωθυπουργός του Καναδά, Πιέρ Έλλιοτ Τρυντώ έφερε το καναδικό σύνταγμα στον πλήρη έλεγχο του καναδικού κοινοβουλίου με την νομοθετική πράξη που ονομάστηκε Canada Act.
Τα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σημαδεύτηκαν από μία νέα ώθηση στην ανάπτυξη της καναδικής οικονομίας και κοινωνίας, αλλά και από την συνεχιζόμενη αστάθεια ως προς την θέση του Κεμπέκ στην καναδική συνομοσπονδία. Νέοι ευρωπαίοι μετανάστες κατά την περίοδο 1950–1980 και μετανάστες από την Ασία, την Αφρική, κ.ά. κατά τα πιο πρόσφατα χρόνια άλλαξαν σημαντικά την γαλλοβρετανική εικόνα του Καναδά. Το 1947 έκανε την εμφάνισή του το δημόσιο σύστημα υγείας του Καναδά, το οποίο αποτέλεσε πρότυπο για τα συστήματα υγείας πολλών δυτικών χωρών. Από την κρίση στο Σουέζ το 1956 και έκτοτε, ο Καναδάς έχει συμμετάσχει σε πάρα πολλές ειρηνευτικές αποστολές του ΟΗΕ.
Η εθνική ταυτότητα του Καναδά άρχισε να παίρνει νομική μορφή από την δεκαετία του 1950. Το 1957, το Καναδικό Κοινοβούλιο ψήφισε νόμο για την καναδική υπηκοότητα — μέχρι τότε οι πολίτες του Καναδά θεωρούνταν «βρετανοί υπήκοοι» («British subjets»/«Sujets britanniques»). Από το 1965, ο Καναδάς έχει για επίσημη σημαία ένα κόκκινο φύλλο από σφένδαμο με δύο κόκκινες λωρίδες εκατέρωθεν οι οποίες συμβολίζουν τον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό.
Από το 1969 ο Καναδάς είναι επισήμως δίγλωσση χώρα, πράγμα που σημαίνει ότι όλες οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες λειτουργούν στα αγγλικά και στα γαλλικά. Ωστόσο, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι γαλλόφωνοι κάτοικοι του Κεμπέκ, μετά από τρεις αιώνες ως πολίτες β΄ κατηγορίας υπό την κηδεμονία της Καθολικής Εκκλησίας, αποφάσισαν να ζητήσουν με πιο δυναμικό τρόπο τα δικαιώματά τους. Η λεγόμενη «Ήσυχη Επανάσταση» κατά την δεκαετία του 1960, άλλαξε κατά πολύ την οικονομική και κοινωνική κατάσταση στο Κεμπέκ. Τον ίδιο καιρό έκανε την εμφάνισή της η τρομοκρατική ομάδα «Μέτωπο για την Απελευθέρωση του Κεμπέκ» (Front pour la Libération du Québec ή FLQ). Τον Οκτώβριο του 1970, το FLQ δολοφόνησε τον επαρχιακό υπουργό Εργασίας, Πιέρ Λαπόρτ (Pierre Laporte), και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Πιέρ Έλλιοτ Τρυντώ επενέβη δυναμικά κηρύσσοντας στρατιωτικό νόμο. Το 1976, στις επαρχιακές εκλογές στο Κεμπέκ, πρώτο κόμμα βγήκε το εθνικιστικό Κεμπεκιώτικο Κόμμα (Parti québecois) και το 1980 διεξήχθη δημοψήφισμα για την απόσχιση της επαρχίας από τον Καναδά. Παρόμοιο δημοψήφισμα έγινε και το 1995, αλλά και στα δύο το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό για τους υποστηρικτές της ανεξαρτητοποίησης του Κεμπέκ. Στις πρόωρες γενικές εκλογές που διεξήχθησαν στις 14 Οκτωβρίου του 2008 το Συντηρητικό Κόμμα του Στήβεν Χάρπερ κέρδισε νίκη με 37% των ψήφων και 144 έδρες, επί συνόλου 308
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου